Ένα πιστό παιδί, μέλος των χριστιανικών ομάδων και μαθητής του κατηχητικού, τα καλοκαίρια που δεν είχε σχολείο, δούλευε σαν γκαρσόνι σε ένα καφενείο ουζερί της γειτονιάς του.
Ένα πρωί, λοιπόν, μπήκε στο μαγαζί για καφέ, να διαβάσει και την εφημερίδα, αλλά και για να αμπελο φιλοσοφήσει, και ένας άθεος παππούς ο οποίος κάποια στιγμή ακούστηκε σ’ όλο το μαγαζί, να λέει δυνατά και θριαμβευτικά, στην παρέα:
«Εγώ ρε σεις, έζησα πολλά χρόνια, άκουσαν πολλά τα αυτιά μου, είδαν πολλά τα μάτια μου, και ένα πράγμα κατάλαβα: ότι ούτε Κόλαση υπάρχει, ούτε Παράδεισος υπάρχει!».
Ο νεαρός τότε, τόλμησε να τον πλησιάσει και να κάνει διάλογο μαζί του, μπροστά στη ρεμπελοπαρέα:
- Ώστε έζησες πολλά χρόνια, παππού;
- Εμ, δε με βλέπεις;
- Και άκουσες λες, πολλά;
- Πολλά!
- Και είδαν και πολλά τα μάτια σου;
- Και βέβαια είδαν!
- Και πόσες φορές είπες ότι πέθανες παππού και... κατάλαβες ότι ούτε Κόλαση υπάρχει, ούτε Παράδεισος;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου